Digital Services Act: Σε συμφωνία για τις βασικές αρχές ρύθμισης της ψηφιακής αγοράς κατέληξαν οι 27

«Ο μετριασμός του επιβλαβούς -αλλά νόμιμου- περιεχομένου έχει αφεθεί στους παρόχους υπηρεσιών διαμεσολάβησης. Αυτοί καθορίζουν τους κανόνες τους θέτοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χρήση των υπηρεσιών τους». [Creative Lab/Shutterstock]

Οι εκπρόσωποι των χωρών της ΕΕ συμφώνησαν την Τετάρτη (17 Νοεμβρίου) πάνω σε ένα βασικό κομμάτι της ψηφιακής νομοθεσίας, της Πράξης για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA). Ενέκριναν τις προτάσεις για 24ωρη προθεσμία για την αφαίρεση παράνομου περιεχομένου, διατάξεις περί ευθύνης για τις διαδικτυακές αγορές και κεντρική επιβολή της νομοθεσίας για τις πολύ μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες.

Οι 27 ενέκριναν τη «γενική προσέγγιση» της Πράξης για Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA), μια ολοκληρωμένη πρόταση για τη ρύθμιση όλων των ειδών των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, από το περιεχόμενο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έως το ηλεκτρονικό εμπόριο.

Ο κανονισμός εγκρίθηκε παρά τις ανησυχίες ότι αρκετές διατάξεις χρειάζονται βελτίωση, όπως έμαθε η EURACTIV από διάφορες πηγές. Οι 27 εκπρόσωποι των κρατών μελών δέχονταν πιέσεις για την επίτευξη συμφωνίας πριν το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας που θα γίνει στις 25 Νοεμβρίου, το οποίο αναμένεται να δώσει το πράσινο φως για την εντολή των διαπραγματεύσεων μεταξύ των θεσμών της Ε.Ε., του λεγόμενου τριμερούς διαλόγου.

Παρά την ευρεία συναίνεση, δύο διαφορετικές διπλωματικές πηγές δήλωσαν στη EURACTIV ότι πολλά κράτη μέλη χαρακτήρισαν τη συμφωνία ως «εύθραυστη» και ως προειδοποίηση προς την επερχόμενη γαλλική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ να μην απομακρυνθεί υπερβολικά από την εντολή. Αντίθετα, ένας μικρότερος αριθμός κρατών μελών ζήτησε βελτιώσεις κατά το επερχόμενο στάδιο του τριμερούς διαλόγου.

Η DSA θα λειτουργήσει ως lex specialis της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο, καθώς θα συμπληρώσει και θα αντικαταστήσει αρκετές διατάξεις της νομοθεσίας της ΕΕ που παρείχαν το νομικό πλαίσιο για τις ψηφιακές υπηρεσίες από το 2000. Ωστόσο, οι βασικές αρχές της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο διατηρήθηκαν- χωρίς να λείπουν οι αντιδράσεις.

Εφαρμογή

Η αρχή της χώρας προέλευσης αποτέλεσε ένα ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο σημείο στο Συμβούλιο. Η Γαλλία και τα μεγαλύτερα κράτη μέλη ήθελαν να αποφύγουν η εφαρμογή της νομοθεσίας να εστιαστεί στην Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο, όπου οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας έχουν την ευρωπαϊκή τους έδρα.

Μετά από μια αντίδραση καθοδηγούμενη από το Δουβλίνο για την υπεράσπιση της ενιαίας αγοράς, η Γαλλία άλλαξε την προσέγγισή της, πιέζοντας να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η αποκλειστική επιβολή της νομοθεσίας για τις πολύ μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες (VLOP). Η λύση αυτή «επιτυγχάνει μια λεπτή ισορροπία», αναφέρει το εσωτερικό σημείωμα.

Διπλωματική πηγή της ΕΕ δήλωσε στη EURACTIV ότι δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για τον περαιτέρω καθορισμό του μηχανισμού συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Μια δεύτερη πηγή της ΕΕ δήλωσε ότι το κείμενο «δεν είναι καθόλου καλό για τα κράτη μέλη που ενδιαφέρονται για την ενιαία αγορά», σημειώνοντας ωστόσο ότι είναι ικανοποιημένοι με τον συμβιβασμό, καθώς η γαλλική πρόταση «θα ήταν πολύ χειρότερη».

Πεδίο εφαρμογής

Η διατήρηση του οριζόντιου χαρακτήρα του κανονισμού αποτελούσε διαρκής ανησυχία στις διαπραγματεύσεις, καθώς η DSA προορίζεται να παρέχει εναρμονισμένους κανόνες που θα ισχύουν ελλείψει τομεακής νομοθεσίας.

Στο επίκεντρο της ρύθμισης περιεχομένου παρέμεινε το παράνομο περιεχόμενο, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία και την ειδική νομοθεσία της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά την τρομοκρατική προπαγάνδα και το υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.

«Ο μετριασμός του επιβλαβούς -αλλά νόμιμου- περιεχομένου έχει αφεθεί στους παρόχους υπηρεσιών διαμεσολάβησης. Αυτοί καθορίζουν τους κανόνες τους θέτοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χρήση των υπηρεσιών τους», αναφέρεται στο εσωτερικό σημείωμα.

Ενώ το κείμενο αναγνωρίζει ότι ο χρόνος επεξεργασίας του αναφερόμενου περιεχομένου μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τη φύση του, για την παράνομη ρητορική μίσους, διατάζει την κατάργηση εντός 24 ωρών, στην ίδια γραμμή με τον νόμο της Γερμανίας για την επιβολή του δικτύου (NetzDG).

Επιπλέον, δεδομένου του δυνητικού «συστημικού» αντίκτυπού τους στην κοινωνία, οι πολύ μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες θα πρέπει να διενεργούν αξιολογήσεις κινδύνου για επιβλαβές περιεχόμενο. Αυτό θα μπορούσε, για παράδειγμα, να αναγκάσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να εξετάσουν τις αρνητικές επιπτώσεις των αλγορίθμων που βασίζονται στη δέσμευση.

Διαδικτυακές αγορές

Το συμβιβαστικό κείμενο έχει ενισχύσει τις διατάξεις σχετικά με την ιχνηλασιμότητα των εμπόρων. Καθιστά έτσι τις διαδικτυακές αγορές υπεύθυνες να αξιολογούν την ταυτότητα και τις πληροφορίες που παρέχουν οι πωλητές προτού αρχίσουν να πωλούν στις πλατφόρμες τους, βάσει της υποχρέωσης «γνώριζε τον πελάτη της επιχείρησής σου».

Αντιθέτως, η Κρίστελ Σαλντεμόσε, εισηγήτρια της DSA στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρότεινε να επεκταθούν οι υποχρεώσεις ευθύνης για μη ασφαλή προϊόντα στις διαδικτυακές πλατφόρμες για πωλητές τρίτων χωρών, θέση που επίσης εξέφρασε η κυβέρνηση της Δανίας στο Συμβούλιο.

Ένα άλλο σημείο, που τέθηκε από την Ιταλία, αφορούσε την επέκταση των διατάξεων περί ευθύνης και σε διαδικτυακούς μεσάζοντες που δεν είναι παραδοσιακές πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, τονίζοντας ιδίως πώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν όλο και περισσότερο ως αγορές.

Ηλεκτρονικές μηχανές αναζήτησης

Οι διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης εισήχθησαν ως αυτόνομη κατηγορία -επιπλέον των τριών υφιστάμενων κατηγοριών που ορίζονται στην οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Ο λόγος ήταν ότι αρκετές χώρες θεώρησαν ότι δεν ήταν σαφές στην αρχική έκδοση του κειμένου αν οι μηχανές αναζήτησης καλύπτονταν από το πεδίο εφαρμογής.

Ενώ το έγγραφο της Προεδρίας αναφέρει ότι ο ορισμός αυτός προστέθηκε «για λόγους ασφάλειας δικαίου και επιχειρηματικής προβλεψιμότητας», οι δύο διπλωματικές πηγές της ΕΕ δήλωσαν στη EURACTIV ότι αυτή η ad hoc κατηγοριοποίηση είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει σύγχυση στο μέλλον.

Όσον αφορά την ευθύνη, οι διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης θα απολαμβάνουν τις ίδιες εξαιρέσεις με τις υπηρεσίες προσωρινής αποθήκευσης, καθώς δεν θα ευθύνονται για την απλή μετάδοση περιεχομένου χωρίς να το αλλάζουν ή να γνωρίζουν ότι είναι παράνομο. Η εξαίρεση αυτή αποσκοπεί στο να αποφευχθεί ο εξαναγκασμός των επιγραμμικών υπηρεσιών να παρακολουθούν όλο το περιεχόμενο στις πλατφόρμες τους.

Οι μηχανές αναζήτησης θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις ίδιες υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας όπως και οι άλλες ενδιάμεσες υπηρεσίες, υποχρεώσεις που αυξάνονται εάν οι πλατφόρμες θεωρούνται «πολύ μεγάλες», με άλλα λόγια με περισσότερους από 45 εκατομμύρια ενεργούς μηνιαίους χρήστες.